Ζωή γυμνή και ανέπαφη

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Κοινοποιήστε

Δυο κοριτσάκια ηλικίας 2-3 ετών παίζουν στον εθνικό κήπο. Κλωτσούν μια μπάλα. Στέκονται σε αρκετά μακρινή απόσταση μεταξύ τους. Ίσως για να εξυπηρετηθεί το παιχνίδι που απαιτεί αποστάσεις, ίσως γιατί έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται οι συνέπειες της εμφάνισης του κορωνοϊού στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων και ιδίως των παιδιών. Δεν έχει ακόμα ξεκινήσει η απαγόρευση της κυκλοφορίας, παρόλα αυτά η καμπάνια «Μένουμε σπίτι» έχει ήδη αρχίσει να πιάνει τόπο. Την ίδια ώρα ένα αγοράκι μόνο του, συνοδευόμενο από την μητέρα του, βλέπει την μπάλα και εκφράζει την πρόθεση του να την πάρει και αυτό στα πόδια του για να την κλωτσήσει. Η μαμά το συνετίζει και το απομακρύνει παρά τις διαμαρτυρίες του, λέγοντας: «Πρέπει να είμαστε μόνοι μας!»

Το ποίημα του Νίκου Καρούζου «Η Φοβερά Προστασία» (1971), αρχίζει παραθέτοντας αυτούσια την εξής ρήση του Ηράκλειτου: «καί ἀγαθόν καί κακόν [ἓν ἐστίν]. οι γοῡν ἰατροί, τέμνοντες, καίοντες, πάντῃ βασανίζοντες κακῶς τούς ἀρρωστούντας, ἐπαιτέονται μηδέν ἂξιοι μισθόν λαμβάνειν παρά τῶν ἀρρωστούντων, ταὐτά ἐργαζόμενοι, τά ἀγαθά καί τάς νόσους.» Και το ποίημα του Καρούζου συνεχίζει ως εξής:

«Χωρίς κανένα κάγκελο και δίχως απεραντοσύνη
χωρίς αιωνιότητα
δίχως το αντίθετό της
αγέννητη και ξένη προς το θάνατο
λάμπει στα φυλλοκάρδια η ελευθερία.»

Ο κορωνοϊός εγκαταστάθηκε στη ζωή μας και έφερε μαζί του νέες «καινοτόμες» ιδέες ύπαρξης και διαβίωσης. Έφερε μαζί την καραντίνα, την απαγόρευση (διαφόρων πραγμάτων) και κυρίως της κυκλοφορίας, το social distancing, τον κοινωνικό απομονωτισμό ως λύσεις και πρακτικές που κάνουν «καλό στην υγεία». Και βεβαίως η υγεία είναι πάνω από όλα! Το ύψιστο αγαθό! Και ως τέτοιο πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να το διαφυλάξουμε. Προφανώς, θεωρούμε υποχρέωσή μας να διευκρινίσουμε πως συμφωνούμε με την αναγκαιότητα της λήψης υγειονομικών μέτρων σε περιπτώσεις όπου διακυβεύεται η δημόσια υγεία. Όμως, που ξεκινά αυτή η αναγκαιότητα και που τελειώνει; Είναι άραγε θεμιτό να βρίσκεται στο περιθώριο της μέριμνας για τη δημόσια υγεία ο τομέας της ψυχικής υγείας, απλώς επειδή τα προβλήματα και οι ασθένειες, παρά την αναμφισβήτητη σοβαρότητά τους, είναι λιγότερο άμεσα διαπιστώσιμα; Πόσα υγειονομικά δικαιολογημένη, ψυχολογικά ανεκτή και λογικά αποδεκτή μπορεί να είναι η δίμηνη παραμονή παιδιών σε συνθήκες αυστηρού εγκλεισμού σε διαμερίσματα και μπαλκόνια παρέα με τα παιδικά προγράμματα της τηλεόρασης και τα παιχνίδια στον υπολογιστή, στο κινητό ή στο τάμπλετ; Πως ακριβώς διαχωρίζονται τα μέτρα υγειονομικής προστασίας από την ιδεολογική – και ενδεχομένως κοινωνιοπολιτική, αξιοποίησή τους; Υπάρχει χώρος σε αυτές τις συνθήκες για τη διατήρηση της κριτικής σκέψης; Ποια η σχέση της κριτικής σκέψης με την κοινή λογική του τρομοκρατημένου και φοβισμένου ατόμου; Τελικά πόσο λεπτή είναι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του λογικού και του παράλογου; Πόσο προσχηματικό είναι το ενδιαφέρον για την ψυχική υγεία των έγκλειστων πολιτών και πόσο στρεβλή είναι η προσπάθεια των διάφορων «ειδικών» να πείσουν τα άτομα να προσαρμοστούν, ακόμα και να απολαύσουν την κατάσταση του εγκλεισμού τους;

Ειδικότερα, η πανδημία εξοικείωσε ακόμα περισσότερο το σύγχρονο δυτικό άτομο με τον φόβο. Ήδη πολύ πριν από την εμφάνιση του κορωνοϊού, οι υποχονδριακές νευρώσεις, οι κατά φαντασίαν ασθενείς, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα συνιστούσαν πολύ συχνές μορφές έκφρασης δυσφορίας του σύγχρονου δυτικού (μετανεωτερικού) ατόμου. Οι φόβοι των ατόμων και οι έμμονες ιδέες με τις οποίες συνοδεύονται, περιλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό τον φόβο γύρω από τον θάνατο, την τρωτότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και την απόδοση των ψυχοσωματικών ενοχλήσεων σε ενδείξεις θανατηφόρων ή πολύ σοβαρών ασθενειών. Ακόμα και οι ερωτήσεις ή οι αναζητήσεις γύρω από το νόημα της ζωής περιλαμβάνουν συχνά μια επιχειρηματολογία τύπου: «Τίποτα δεν έχει νόημα, αν σκεφτείς πως κάποια στιγμή θα πεθάνεις ή ακόμα χειρότερα πως μπορεί να πεθάνεις σήμερα το βράδυ στον ύπνο σου από καρδιά ή σε έναν μήνα από καρκίνο κλπ.» Υπό αυτήν την προοπτική, θα σημειώναμε πως υπήρχε πρόσφορο έδαφος στις συνειδήσεις του δυτικού μετανεωτερικού ατόμου να καλλιεργηθεί με εργαλειακό, «ορθολογικό» και επιστημονικό τρόπο ένας βιολογικός «δαίμονας» που θα διέγειρε τις μεταφυσικές ανησυχίες και τους φόβους του (πλέον) απομαγευμένου δυτικού ατόμου. Μέσα σε αυτό το ψευδοθανατολάγνο (στην πραγματικότητα νοσηρά ναρκισσευόμενο) «ψυχικό κλίμα» ήρθε λοιπόν και ο κορωνοϊός να μπει «κορώνα στο κεφάλι μας»…

Ένα μεγάλο τμήμα των δυτικών πολιτών όχι μόνο συμβιβάστηκε, όχι μόνο συναίνεσε, αλλά και ενδεχομένως επιθύμησε όλες τις απαγορεύσεις που εκπορεύονται από τον πολιτικό κηδεμόνα – πατερούλη του, για «το καλό το δικό του και της υγείας του». Υιοθέτησε άκριτα και χωρίς δισταγμό κάθε ιδέα κοινωνικού απομονωτισμού ως μόνη ασπίδα προστασίας από τον «αόρατο εχθρό»: Διότι το κάθε άτομο θα μπορούσε να είναι ασυμπτωματικός φορέας. Ως εκ τούτου, ο κάθε ένας μετετράπη σε ύπουλη απειλή. Σε δυνητικό μολυσματικό φορέα. Μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, στοχοποιήθηκαν όλοι: οι φίλοι, οι οικείοι, οι γονείς, οι συνάδελφοι, ιδίως τα παιδιά, ακόμα και τα κατοικίδια! Όλοι έγιναν εν δυνάμει επικίνδυνοι για όλους. Όλοι θα πρέπει να αποφεύγουν τους πάντες. Οι πιο «ενοχικοί» παίρνουν τα μέτρα τους για να μην κολλήσουν τους άλλους. Οι πιο «φοβικοί» προστατεύονται για να μην κολλήσουν οι ίδιοι.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Agamben στο άρθρο του «Μολυσματική Νόσος»(1) (μετφ. Α. Θεοφιλογιαννάκος) : «Ο άλλος άνθρωπος, όποιος κι αν είναι, ακόμα και ένας αγαπημένος, δεν πρέπει να πλησιαστεί ή να αγγιχθεί και μάλιστα προκρίνεται να τεθεί, ανάμεσα σε εμάς και σε εκείνον, μια απόσταση». Η κοινωνική συνύπαρξη που στο ανθρώπινο είδος είναι συνυφασμένη με την φύση του ανθρώπου και την επιβίωση του, την εποχή του κορωνοϊού έγινε συνώνυμο με τον κίνδυνο της ασθένειας και το θάνατο. Μόνη λύση προστασίας από την μολυσματική ασθένεια μοιάζει να είναι η τεχνολογία και πιο συγκεκριμένα η διαφόρων ειδών διαδικτυακή συνεύρεση. Όπως συνεχίζει ο Agamben στο προαναφερόμενο άρθρο, μοιάζει να είναι πιο ασφαλές και ορθό «να πάψουμε, μια και καλή, να συναντιόμαστε και να μιλάμε για πολιτικά ή πολιτιστικά θέματα, να ανταλλάσσουμε μόνο ψηφιακά μηνύματα και, οπουδήποτε είναι εφικτό, τα μηχανήματα να αντικαθιστούν κάθε επαφή – αποτρέποντας οποιαδήποτε μολυσματική ασθένεια – μεταξύ των ανθρώπων.»

Το παράδειγμα του κορωνοϊού επιτείνει κάτι που ήταν ήδη γνωστό, αλλά όχι τόσο μαζικά και επίσημα εφαρμοσμένο: τον εκφυλισμό των ανθρώπινων σχέσεων, την αποστασιοποίηση των ανθρώπων από τους ομοίους τους, αλλά εν μέρει και την καταστρατήγηση της κοινής λογικής. Επίσης, καταδεικνύει την απομάκρυνση του ανθρώπου από την φύση του, δηλαδή την κοινωνία, αλλά και από το φυσικό περιβάλλον.

Η πανδημία του κορωνοϊού και οι τρόποι διαχείρισής της, ανέδειξαν πολλές από τις ψυχολογικές παθογένειες της δυτικής κοινωνίας, οι οποίες, παρότι υπήρχαν, συχνά συγκαλύπτονταν. Φάνηκε πόσο ευάλωτος είναι στο φόβο ο σύγχρονος δυτικός νάρκισσος και πόσο επιφανειακά και προσχηματικά είναι όλα όσα διατείνεται ότι πιστεύει και πρεσβεύει. Ο φόβος «φανερώνει πολλά πράγματα που προσποιούμαστε ότι δεν βλέπαμε»(2). Επίσης, μοιάζει να αποδεικνύεται πως ο δυτικός νάρκισσος χειραγωγείται εύκολα. Λατρεύει τις απαγορεύσεις, όταν θεωρεί ότι τον βολεύουν. Χρησιμοποιεί επιλεκτικά τον λόγο περί δικαιωμάτων και ελευθεριών. Είναι πρόθυμος να αναθέσει στο κράτος την (προσωρινή) αναστολή των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών του. Εκλογικεύει κάθε θέση, στάση και συμπεριφορά κατά πως τον συμφέρει. Φωνάζει ή και αντιδρά σχεδόν πάντα εκ του ασφαλούς (και ενδεχομένως εκ των υστέρων). Ίσως ακόμα, είναι διατεθειμένος για να διατηρήσει τη «βιολογική ζωή» να εγκαταλείψει οποιαδήποτε αξία, αρχή, προϋπόθεση ή θέση θα καθιστούσε τη ζωή αυτή άξια να βιωθεί.

Τελικά, φαίνεται πως «η πανδημία παρέχει ένα νέο, υγειονομικό πεδίο εφαρμογής ενός απανθρωπιστικού πλαισίου σκέψης και πολιτικής συμπεριφοράς που εμφανίζεται με όρους υγειονομικού ανθρωπισμού. Πράγματι, ο στοιχειώδης ρεαλισμός υπαγορεύει ότι για τους ζώντες οργανισμούς, με όρους ενστικτώδους αυτοσυντήρησης, προέχει πάντα η υγεία. Ποιος λογικός άνθρωπος θα μπορούσε να το αμφισβητήσει; Ποιες είναι όμως οι προϋποθέσεις της υγείας και της διατήρησής της στο ανθρώπινο είδος; Μια στενά βιολογίζουσα, ζωολογική προσέγγιση της ανθρώπινης πραγματικότητας, με άκρως αφελή ζήλο, μοιάζει ακόμα και σήμερα να θεωρεί ότι στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, η σφαίρα της βιολογικής ολοκλήρωσης προηγήθηκε χρονικά της κοινωνικής και πολιτισμικής του οργάνωσης. Στη συζήτηση περί της εξέλιξης του ανθρώπου, μεθοδολογικά, δεν υπάρχει τίποτε πιο ανακριβές από αυτήν την προεπιστημονική πεποίθηση, όπως άλλωστε καταμαρτυρούν και οι πολλές συνήθεις απορίες σχετικά με την προέλευση πολλών ασθενειών συνδεδεμένων με τον πολιτισμό ή με την σφαίρα των παθήσεων ψυχοσωματικής φύσης»(3).

Κλείνοντας, δεν θα μπορούσαμε παρά να συμφωνήσουμε με την κεντρική φιλοσοφική θέση του Agamben(4): «η κοινωνία μας δεν πιστεύει πλέον σε τίποτα εκτός από τη γυμνή ζωή». Αυτό που φαίνεται λοιπόν είναι ότι οι άνθρωποι «είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν σχεδόν τα πάντα, τις συνήθεις συνθήκες διαβίωσης, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμα και τις φιλίες, τα συναισθήματα και τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις, μπροστά στον κίνδυνο να αρρωστήσουν. Η γυμνή ζωή -και ο φόβος της απώλειάς της- δεν είναι κάτι που ενώνει τους ανθρώπους, αλλά τους τυφλώνει και τους χωρίζει»…

Η πανδημία μας δίνει μια ευκαιρία να αναστοχαστούμε πάνω σε αυτά τα ζητήματα.

Παραπομπές
(1) http://www.anixneuseis.gr/%ce%bc%ce%bf%ce%bb%cf%85%cf%83%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%bd%cf%8c%cf%83%ce%bf%cf%82/ (Τελευταία προσπέλαση 02/05/2020)
(2) Agamben, Στο ίδιο
(3) Γιάννης Παπαμιχαήλ, http://resaltomag.blogspot.com/2020/04/blog-post_20.html (Τελευταία προσπέλαση 02/05/2020)
(4) Agamben, Στο ίδιο

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Η Ευγενία Σαρηγιαννίδη εργάζεται ως Ψυχολόγος και είναι Επιστημονική Διευθύντρια του Δικτύου Psy-Counsellors. Η μεταπτυχιακή της εξειδίκευση είναι στην «Ψυχολογία και το Διαδίκτυο». Είναι συγγραφέας πολλών άρθρων σε θέματα ψυχολογίας, κοινωνίας και πολιτισμού. Πάνω στα ίδια αντικείμενα έχει πραγματοποιήσει πολλές παρεμβάσεις στην συμβατική και διαδικτυακή τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.