Μοναξιά: Ο εαυτός χωρίς τους Άλλους

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Κοινοποιήστε

Η μοναξιά χαρακτηρίζει όλο και πιο συχνά τις συνθήκες ζωής του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου.

Καταρχάς αφορά την κοινωνική υπόσταση του ατόμου, το οποίο είτε δεν έχει καθόλου κοινωνικό περιβάλλον, είτε οι κοινωνικές του συναναστροφές είναι αρκετά μειωμένες.

Ταυτόχρονα, μοναξιά μπορεί να βιώνουν τα άτομα που ναι μεν έχουν ένα κοινωνικό περιβάλλον με το οποίο επικοινωνούν τυπικά, οι συνδιαλλαγές όμως με αυτό είναι μάλλον διεκπεραιωτικές και συναισθηματικά απευαισθητοποιημένες.

Επίσης, η μοναξιά μπορεί να συνιστά μια ευρύτερη συναισθηματική κατάσταση του ατόμου δίχως να αντανακλά (τουλάχιστον άμεσα) την απουσία κοινωνικού περιβάλλοντος.

Τέλος, η μοναξιά μπορεί να αποτελεί έκφανση ενός ευρύτερου υπαρξιακού κενού, το οποίο εκδηλώνεται μεταξύ άλλων στη σχέση του ατόμου με τα οικεία του πρόσωπα. Η έλλειψη συναισθηματικής εγγύτητας, κατανόησης και αμφίδρομης ύπαρξης και έκφρασης ενδιαφέροντος βρίσκεται λοιπόν πολύ συχνά στον πυρήνα της εκδήλωσης διαφόρων ψυχοπαθολογικών καταστάσεων.

Η μοναξιά ως συναισθηματική, υπαρξιακή και κοινωνική κατάσταση που βιώνουν τόσο έντονα και σε τόσο μαζική κλίμακα εκατομμύρια πολίτες του δυτικού κόσμου υπερβαίνει συνεπώς κατά πολύ τη διαχρονική έννοια της μοναχικότητας, (ιδίως των ηλικιωμένων) που ήταν ανέκαθεν και παραμένει γνωστή στο σύνολο των ανθρώπινων κοινωνιών. Σήμερα, η μοναξιά έχει προσλάβει έναν αντικοινωνικό και απάνθρωπο χαρακτήρα.

Η όλο και μεγαλύτερη απομόνωση των περισσότερων ατόμων και κατά μείζονα λόγο εκείνων που για κάποιο λόγο βρίσκονται στο περιθώριο των παραγωγικών διαδικασιών, δεν είναι προφανώς κάτι νέο.

Περιγράφοντας γλαφυρά την εξατομίκευση της αγγλικής αστικής κοινωνίας της εποχής του, ο Ένγκελς, ήδη κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, στο βιβλίο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», στιγμάτιζε την εξαθλίωση στις αγγλικές μεγαλουπόλεις με τους εξής όρους: «Ο θόρυβος και ο συνωστισμός στους δρόμους (του Λονδίνου) έχουν από μόνα τους κάτι το αποκρουστικό, που ενοχλεί την ανθρώπινη φύση.

Αυτά τα εκατοντάδες χιλιάδες άτομα, από όλες τις κοινωνικές καταστάσεις και όλες τις τάξεις που σπρώχνονται και συμπιέζονται, δεν είναι άραγε πρόσωπα που έχουν τις ίδιες πάνω κάτω ιδιότητες και δεξιότητες και το ίδιο ενδιαφέρον για την αναζήτηση της ευτυχίας; Και δεν οφείλουν να αναζητήσουν αυτή την ευτυχία με τα ίδια μέσα και τις ίδιες διαδικασίες;

Και όμως, αυτοί οι άνθρωποι διασταυρώνονται τρέχοντας σαν να μην είχαν τίποτα το κοινό, σαν να μην είχαν τίποτα να κάνουν μαζί… Και όμως, δεν περνάει από το μυαλό κανενός να χάσει το χρόνο του ρίχνοντας στον άλλο ακόμα και μια ματιά. Αυτή η βίαιη αδιαφορία, η απομόνωση του κάθε ατόμου στο εσωτερικό των δικών του, ειδικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων, είναι τόσο πιο αηδιαστική και τραυματική όσο ο αριθμός των ατόμων που στριμώχνονται σε αυτούς τους χώρους είναι μεγαλύτερος.

Ακόμα και αν γνωρίζουμε ότι αυτή η απομόνωση του ατόμου, αυτός ο στενόμυαλος εγωισμός αποτελούν παντού τη βασική οργανωτική αρχή της σημερινής κοινωνίας, πουθενά όλα αυτά δεν εμφανίζονται με περισσότερη χυδαιότητα και με μεγαλύτερη σιγουριά παρά στο συνωστισμό των μεγαλουπόλεων.

Η αποσύνθεση της ανθρωπότητας σε μονάδες, η κάθε μία από τις οποίες διαθέτει μια δική της, ειδική οργανωτική αρχή ζωής και ένα δικό της σκοπό, αυτή η εξατομίκευση του κόσμου, ωθείται πλέον στα άκρα. Καταλήγει έτσι σε έναν κοινωνικό πόλεμο, σε έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων που έχει ήδη απροκάλυπτα ξεσπάσει.

Οι άνθρωποι αλληλοαντιμετωπίζονται σαν υποκείμενα προς αμοιβαία χρήση: ο καθένας θέλει να εκμεταλλευτεί τον διπλανό του, με αποτέλεσμα ο πιο δυνατός να ποδοπατάει τον πιο αδύνατο».

Όπως και η καθημερινή ανασφάλεια, έτσι και αυτή η αδυσώπητη μορφή μοναξιάς δεν είναι λοιπόν πρόβλημα ορισμένων περίεργων ανθρώπων, λίγων ή πολλών. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι το κοινό πρόβλημα όλου του κόσμου που δεν αισθάνεται να έχει τίποτα το κοινό με τους δίπλα του. Που αισθάνεται την ανάγκη είτε να ζητήσει βοήθεια από επαγγελματίες φιλάνθρωπους, είτε να περιχαρακωθεί και να κρυφτεί από τους αντιπαθείς γείτονες, είτε να μεταθέσει τα συναισθήματα τρυφερότητας που του απομένουν προς τα οικόσιτα ζώα που καθίστανται η βασική του συντροφιά.

Όλου του κόσμου δηλαδή που ζει πάνω – κάτω σε αυτές τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που περιέγραφε ο Ένγκελς, όπου στη θέση της παραδοσιακής συμπάθειας (ή ακόμα και αντιπάθειας) για τον πλησίον, τον γείτονα, τον οικείο, εγκαθίσταται η αδιάφορη ανοχή. Η ψυχρή αποξένωση καθίσταται ο κανόνας ζωής των αδιάφορων, φοβισμένων και ανεκτικών ιδιωτών.

Εντούτοις, αν όλα αυτά χαρακτήριζαν ήδη την βρετανική ιδιοσυγκρασία, τις ιδεολογίες της εξατομίκευσης και τις κοινωνικές δομές που συνδέονται με τις προτεσταντικές ιδίως κουλτούρες, πολλών ευρωπαϊκών κοινωνιών, συνεπώς και την κοινωνική ζωή των Βρετανών στα αστικά κέντρα στα τέλη του 19ου αιώνα, φαντάζεται εύκολα κανείς πόσο έχει επιδεινώσει την κατάσταση αυτή η επικράτηση της νεοφιλελεύθερης κουλτούρας και πιο γενικά ο πολιτισμικός εξαμερικανισμός της Ευρώπης, ιδίως από τα τέλη του 20ου αιώνα.

Ας θυμηθούμε τις αναρχοφιλελεύθερες αξίες που συνοδεύουν την έκρηξη του ατομισμού. Ας αναλογιστούμε τις συνέπειες της καλλιέργειας της διαφορετικότητας στις κοινωνικές νοοτροπίες, που δίνει έμφαση μονομερώς στην ατομική διάκριση και στην αναζήτηση της μοναδικότητας όλων των ναρκισσευόμενων εγώ του καθενός.

Τι το περίεργο λοιπόν αν, ξεκινώντας πάλι από την Βρετανία και στην προέκταση σχεδόν του προβλήματος της ασφάλειας των πολιτών, το πρόβλημα της ανθρώπινης μοναξιάς εντός ή εκτός του σπιτιού αντιμετωπίζεται πλέον μόνο με πολιτικά και διοικητικής φύσης μέτρα; Πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο η βελτίωση της αστυνόμευσης και της παρακολούθησης των δημόσιων χώρων έρχεται να αντιμετωπίσει τη συστηματική ανομία και την παραβατικότητα που καθιστούν πολλές συνοικίες των μεγαλουπόλεων τόπους επικίνδυνους για τα παιδιά, τους μοναχικούς, τις γυναίκες ή τους ηλικιωμένους.

Έτσι, ενάμιση αιώνα μετά, στην ίδια χώρα για την οποία μίλαγε ο Ένγκελς, η κατάσταση έχει τόσο πολύ επιδεινωθεί που η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας ανακοίνωσε την ίδρυση Υπουργείου Μοναξιάς (1) για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα που έχει προσλάβει διαστάσεις μάστιγας επηρεάζοντας αρνητικά τόσο την ψυχική, όσο και την σωματική υγεία των πολιτών.

Υπολογίστηκε ότι στη Βρετανία των 65 εκατομμυρίων ανθρώπων η μοναξιά πλήττει 9 εκατομμύρια πολίτες εκ των οποίων 2 εκατομμύρια ζουν εντελώς μόνοι χωρίς κανένα κοντινό τους πρόσωπο, «ενώ υπάρχουν 200.000 Βρετανοί που ζουν χωρίς να ανταλλάσσουν ούτε μια λέξη με κάποιο συνάνθρωπό τους για χρονική περίοδο ενός μήνα» σύμφωνα με δημοσίευμα του reuters (1).

Βεβαίως, η κοινωνική απομόνωση και η μοναξιά έχει υπερβεί προ πολλού τα γεωγραφικά όρια της Βρετανίας, που ήταν ανέκαθεν γνωστή ως χώρα των μοναχικών ανθρώπων. Τα φαινόμενα αυτά έχουν προ πολλού επεκταθεί στο σύνολο του δυτικού κόσμου, απορροφώντας στη δίνη τους και την Ελλάδα, η οποία, μόλις λίγες δεκαετίες πριν είχε τα χαμηλότερα ποσοστά μοναξιάς, κατάθλιψης, αυτοκτονιών κλπ.

Όπως επισημαίνεται στο ίδιο δημοσίευμα, στην Βρετανία, «σύμφωνα με τα ιατρικά αρχεία, 1 έως 5 ασθενείς την ημέρα φτάνουν στα δημόσια ιατρεία γιατί έχουν ανάγκη από μια ανθρώπινη επαφή και όχι γιατί υποφέρουν από κάποιο νόσημα. Άλλωστε, δεν πρόκειται μόνο για ηλικιωμένους, αλλά για νέους που έμειναν μόνοι για διάφορους λόγους και βιώνουν τον ίδιο βαθμό ανείπωτης μοναξιάς, όπως και τα ηλικιωμένα μοναχικά άτομα».

Ας μην περιοριστούμε όμως στη Βρετανία: Δεν είναι καθόλου άγνωστες στην Ελλάδα οι εικόνες παιδιών που παρευρίσκονται στον ίδιο χώρο, χωρίς να παίζουν μαζί, αλλά το καθένα μόνο του στο κινητό του τηλέφωνο. Νέοι αυτοβούλως έγκλειστοι στο σπίτι τους με πολλούς εικονικούς φίλους στα social media, χωρίς κανέναν πραγματικό φίλο να βρεθούν, να μιλήσουν, να επικοινωνήσουν.

Η ψευδαίσθηση της κοινωνικότητας και της διεπαφής (χωρίς επαφή), μέσα από το διαδίκτυο, όχι μόνον δεν διευκολύνει την επικοινωνία, όπως διατείνεται, αλλά την καθιστά ακόμα δυσκολότερη, προωθώντας την απομόνωση του ατόμου, στερεί την κοινωνική εμπειρία, κατασκευάζει λαμπερά προφίλ έτοιμα να ξεφουσκώσουν στην πρώτη δια ζώσης επαφή και τελικά οδηγεί τα άτομα να φοβούνται να βγουν από την ασφάλεια της μοναξιάς τους, να ανοίξουν προς τον άλλο, να σχετιστούν, να εκτεθούν.

Τελικά, η μοναξιά είτε εν τη παρουσία των άλλων, είτε εν τη απουσία τους καθίσταται μια εξαιρετικά δύσκολη ψυχολογική συνθήκη όταν, εσωτερικευόμενη, εξορίζει τον Άλλο από τον εσώτερο ψυχισμό του ατόμου. Στα πλαίσια της καλλιέργειας της εξατομίκευσης, ο Άλλος, καταργημένος από δίπλα μας, εξοβελίζει κάθε έννοια αδελφότητας και συνεκτικότητας, αφήνοντας έναν εαυτό που «δεν είναι παρά ο εαυτός του», δηλαδή κανένας …

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Η Ευγενία Σαρηγιαννίδη εργάζεται ως Ψυχολόγος και είναι Επιστημονική Διευθύντρια του Δικτύου Psy-Counsellors. Η μεταπτυχιακή της εξειδίκευση είναι στην «Ψυχολογία και το Διαδίκτυο». Είναι συγγραφέας πολλών άρθρων σε θέματα ψυχολογίας, κοινωνίας και πολιτισμού. Πάνω στα ίδια αντικείμενα έχει πραγματοποιήσει πολλές παρεμβάσεις στην συμβατική και διαδικτυακή τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.