Η εφηβεία σηματοδοτείται από σημαντικές αλλαγές στη ζωή του νεαρού ατόμου. Καταρχάς, ο έφηβος βιώνει βιολογικές αλλαγές αναφορικά με το σώμα του, αφού φτάνει σε ηλικία αναπαραγωγής, ενώ συγχρόνως γνωστικά εισέρχεται στο στάδιο της τυπικής και αφηρημένης σκέψης, δηλαδή της δυνατότητας να διατυπώνει υποθέσεις και να κάνει αφηρημένους συλλογισμούς.
Προφανώς, η κοινωνικοποίηση η οποία συντελείται μέσα από τις κοινωνικές δομές και τους ανάλογους θεσμούς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παραπάνω αναπτυξιακή διαδικασία. Από ψυχοκοινωνικής και συναισθηματικής άποψης, οι έφηβοι, αγόρια και κορίτσια, παρουσιάζουν νέες μορφές κοινωνικής συμπεριφοράς, όπως η αναζήτηση του εαυτού και η προσπάθεια κατανόησής του.
Επιπλέον, για τους εφήβους είναι ιδιαζόντως σημαντική η έννοια της φιλίας: παρά τους συχνούς ανταγωνισμούς μεταξύ τους, οι έφηβοι προσπαθούν συνήθως να επιτύχουν περισσότερες και μόνιμες σχέσεις με τους συνομηλίκους τους.
Παράλληλα, ο πειραματισμός και η ανακάλυψη του «άλλου» φύλου τίθενται στο προσκήνιο κατά την εφηβεία. Οι έφηβοι ασχολούνται με την ερωτική και σεξουαλική τους ζωή, με την ανακάλυψη της ταυτότητάς τους, καθώς επίσης και με τους κοινωνικούς ρόλους που καλούνται να διαδραματίσουν ανάλογα με το φύλο, τους ερωτικούς προσανατολισμούς και την προσωπικότητά τους, η οποία και αυτή με τη σειρά της βρίσκεται υπό διαμόρφωση.
Στη φάση αυτή, οι έφηβοι κατά την προσπάθειά τους να οικοδομήσουν μια αυτόνομη και ακέραιη προσωπικότητα που θα τους επιτρέψει την ομαλή μετάβαση από την παιδική και εφηβική ηλικία στην ενήλικη ζωή, επιχειρούν να αποκτήσουν τις κοινωνικές και επαγγελματικές δεξιότητες που θα τους καταστήσουν ικανούς, κατά την ενήλικη φάση ζωής, να έχουν την οικονομική τους ανεξαρτησία.
Συγχρόνως, οι έφηβοι ξεκινούν να σχεδιάζουν το μέλλον τους, ανεξάρτητα και πέρα από την οικογένειά τους, να θέτουν στόχους ζωής και να ασχολούνται πιο έντονα με τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό. Η παραπάνω κατάκτηση της αυτονομίας και συνεπώς των προσόντων που απαιτούνται, στις δυτικές τουλάχιστον κοινωνίες, καθίσταται όλο και πιο δύσκολη.
Για τους λόγους αυτούς, η εφηβεία, τουλάχιστον των παιδιών που μεγαλώνουν και ανατρέφονται στις βιομηχανικά και τεχνολογικά αναπτυγμένες κοινωνίες, διακρίνεται από αυξημένη αστάθεια και συναισθηματική σύγκρουση. Το σύνολο των ψυχολογικών διεργασιών που χαρακτηρίζουν την εφηβική ηλικία υφίσταται μεταβολές, αφού επανατοποθετούνται τα όρια του εαυτού και επαναπροσδιορίζεται ο απαραίτητος «ζωτικός του χώρος».
Σε αυτές τις συνθήκες, οι συγκρούσεις με το κοινωνικό και ειδικότερα με το οικογενειακό περιβάλλον δεν είναι σπάνιες. Ταυτόχρονα, ο έφηβος επανοηματοδοτεί τη σχέση του με το ενήλικο περιβάλλον, τους γονείς, τους δασκάλους κλπ. διεκδικώντας αφενός μια ίση μεταχείριση με αυτούς (απαιτώντας να τον αντιμετωπίζουν ως ενήλικα τον ίδιο), αφετέρου αρνείται να εγκαταλείψει εξ ολοκλήρου τα οφέλη της παιδικής ηλικίας και ενδεχομένως, το προστατευτικό περιβάλλον της οικογένειας – ιδιαίτερα μάλιστα της ελληνικής.
Στο δυτικό κόσμο, η εφηβεία θεωρείται πλέον μια σαφώς διατυπωμένη έννοια, η οποία τοποθετείται ως ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της μέσης παιδικής ηλικίας και της ενήλικης ζωής. Άλλες κοινωνίες όμως δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη ενός τέτοιου ενδιάμεσου σταδίου, θεωρώντας ότι μετά τη μέση παιδική ηλικία τα άτομα εισέρχονται κατευθείαν στην ενήλικη ζωή. Για τις κοινωνίες αυτές, η έναρξη της ενήλικης ζωής σηματοδοτείται από τη στιγμή που το νεαρό άτομο έχει εισέλθει βιολογικά στη φάση της αναπαραγωγής και οικονομικά στο στάδιο της αυτάρκειας.
Κλείνοντας, θα σημειώναμε ότι υπάρχει διχογνωμία στην επιστημονική κοινότητα για το αν μπορεί ή όχι η εφηβεία να αποτελεί οικουμενικό στάδιο που το αντιλαμβάνονται και το νοηματοδοτούν ως τέτοιο όλοι οι πολιτισμοί.