«Δεν είμαστε στην ίδια την συχνότητα,
δεν είμαστε στον ίδιο τον σταθμό,
τα όνειρά μου έχουν ταυτότητα,
τα όνειρά σου έχουν αριθμό.»
Λαϊκό Άσμα
Ο νέος Homo, που οραματίζεται η μεταμοντέρνα εποχή, θα είναι ένας σύγχρονος αν-ιστορικός, αν-εθνικός, α-τοπος, α-φυλος κλπ. νομάς, που θα περιδιαβαίνει υποτίθεται τον κόσμο χωρίς να μετακινείται απαραίτητα από τον καναπέ του σπιτιού του, θα αξιοποιεί τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, υποβιβάζοντας το πνεύμα του σε λειτουργικό σύστημα και την σκέψη του σε μια διαδικασία υπολογισμού.
Η μετανθρωποποίηση επομένως του ανθρώπινου είδους διέρχεται μέσα από:
- Την απανθρωποποίησή του
- Την εργαλειοποίησή του
- Την ρομποτοποίησή του
- Την ψηφιοποίηση («4η βιομηχανική επανάσταση» κλπ.)
Αυτό το νέο μοντέλο ανθρώπου στην μετανεωτερίζουσα εκδοχή των βιωμάτων του χώρου και του χρόνου εισηγείται ότι ο απόλυτα εξατομικευμένος, μοναχικός, «νεότερος» δυτικός άνθρωπος, αφενός «αποεδαφοποιείται» φαντασιακά (αισθάνεται λόγου χάρη «νομάς» ή «πολίτης του κόσμου» κλπ.), αφετέρου εγκλωβίζεται σε μια πρωτόγονη αίσθηση του αέναου παρόντος που βρίσκεται εξ ορισμού εκτός κάθε πραγματικής ιστορικής συνέχειας. Με ένα λόγο, αποσυγκεκριμενοποιεί τα παραπάνω βιώματα, τα αφαιρεί από την συλλογική, κοινωνιοπολιτική εμπειρία σε βαθμό μάλιστα, που θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι σε σχέση με αυτές τις ανθρωπολογικά στοιχειώδεις εμπειρίες, το άτομο τείνει κάποτε να βρίσκεται συνειδησιακά «εκτός τόπου και χρόνου».
Αυτός ο «εκτός τόπου και χρόνου άνθρωπος» θα διαθέτει μια ρευστή ατομική ταυτότητα, διαρκώς ενδεχομένως μεταβαλλόμενη και ασταθή ανάλογη με τα γούστα, τις μόδες και τις συγκυρίες της εκάστοτε εποχής.
Η πολιτική διαχείριση του παγκόσμιου πλήθους, μαζί με τις ταυτότητες και τα έγγραφα πιστοποίησης των ατόμων στοχοποιούν συνεπώς:
- Τις μη αποϊεροποιημένες συνειδήσεις
- Τους βιολογικούς και ιστορικούς προ και επι καθορισμούς
- Τις ρίζες
- Την ιστορία
- Την μνήμη
- Τα υπερβατικά πρότυπα
- Την θρησκευτική ταυτότητα
- Την παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα
Πρόκειται για μια πολιτική και πολιτισμική αντεπανάσταση, η οποία λαμβάνει χώρα κάτω από τα μάτια μας εδώ και τέσσερις περίπου δεκαετίες στο όνομα της προόδου και του εκσυγχρονισμού. Η επιτυχία μιας τέτοιας πολιτικής αντεπανάστασης, αυτής δηλαδή της απίστευτης οπισθοδρόμησης που εμφανίζεται ως πρόοδος, διέρχεται ψυχοπολιτικά από το συστηματικό στιγματισμό όλων των κοινωνικών και πολιτικών αντιστάσεων ως αντιδραστικών, λαϊκίστικων, συνωμοσιολογικών ή ακροδεξιών. Έτσι ακριβώς απαξιώνονται σε όλο το δυτικό κόσμο οι λαϊκές διαμαρτυρίες που δεν αποδέχονται την αποδόμηση της πολιτικής και πολιτισμικής ιστορίας τους, από τα νεοταξίτικα ιεροεξεταστικά οργουελιανής θα λέγαμε έμπνευσης αφηγήματα που στοχεύουν στην αποσάθρωση της συνεκτικότητας των κοινωνιών από διάφορους ατομικούς νομικούς δικαιωματισμούς made κατά πρώτο λόγο in USA. Η κατάσταση αυτή αντανακλά προφανώς τα συμφέροντα μιας διεθνοποιημένης ελίτ που διαχειρίζεται αλαζονικά τα πεπρωμένα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς και του ασύδοτου καζινοκαπιταλισμού της. Και βεβαίως, η εν λόγω ελίτ προωθεί τη δική της πολιτική θρησκεία: εκείνη την ψευτοπροοδευτική θρησκεία των νομικών, ανθρώπινων δικαιωμάτων, η οποία αναδεικνύεται πλέον σήμερα σε ολοκληρωτική κοσμοθεωρία του δυτικού κόσμου, ανεκτική σε όλα, όπως υποτίθεται, εκτός από το να διαφωνείς μαζί της. Εναντίον των αποκλεισμών, αλλά αποκλείοντας ρητά και απόλυτα οτιδήποτε μοιάζει μη προοδευτικό ή μη δικαιωματίστικο. Πρόκειται για μια προσχηματική, υποκριτική και μασκοφορούσα ιδεολογία που καταγγέλλει τους πιστούς του «παλαιού κόσμου» για να φέρει τους δικούς της, εκείνους που έχουν εξαπολυθεί σε σταυροφορίες για το Άγιο Δισκοπότηρο της πολιτικής ορθότητας. Πρόκειται θα σημειώναμε για μια νέα μορφή του γνωστού προτεσταντικού ιεραποστολισμού.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να ισχυριστούμε, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει σε πρόσφατο άρθρο του ο Γιάννης Παπαμιχαήλ (1), πως «έχουμε μπει για τα καλά σε μια φάση «ήπιου ολοκληρωτισμού» που αντιστοιχεί απόλυτα στις λογικές του νέου διεθνοποιημένου τεχνοφεουδαρχικού καθεστώτος πολιτικής και κοινωνικής κυριαρχίας. Προφανώς, ο ολοκληρωτισμός δεν μπορεί να γίνει κατανοητός αφηρημένα, αλλά πάντα σε σχέση με τον απώτερο στόχο του που δεν είναι άλλος παρά η απόλυτη ευθυγράμμιση των ηθών και των νοοτροπιών των πολιτών. Ακόμα κι αν τα μέσα αλλάζουν, ο στόχος παραμένει σταθερός: οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης που καταλήγουν στην πολιτική νομιμοποίηση όλων των μέτρων εξαίρεσης, παρακολούθησης και υποχρεωτικού εγκλεισμού των πληθυσμών με το πρόσχημα οποιασδήποτε κατάστασης κρίσης (υγειονομικής, κλιματικής κλπ.). Η ασφάλεια και η μόνιμη διασύνδεση των ιδιωτών που ζουν, συνομιλούν και εργάζονται «από τις τρύπες τους» αποτελούν τις νέες μήτρες του ελευθεριοκτόνου ολοκληρωτισμού σε επιστημονικό, βιοπολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο.»
Αυτό το νέο είδος «ήπιου ολοκληρωτισμού» μπορεί να προσιδιάζει στην «τέλεια δικτατορία», όπως περιγράφεται από τον Χάξλεϋ: εκείνη που «θα έχει την εμφάνιση της δημοκρατίας. Μια φυλακή χωρίς τοίχους στην οποία οι κρατούμενοι δεν θα ονειρεύονται να δραπετεύσουν. Ένα σύστημα δουλείας, όπου χάρη στην κατανάλωση και τη διασκέδαση οι δούλοι θα αγαπήσουν τη δουλεία τους».
Πράγματι, στην προοπτική του Χάξλεϋ περί της ιδεώδους μορφής δουλείας (εκείνης που οι άνθρωποι θα αγαπήσουν τη δουλειά τους, θα την επιθυμούν, θα την επιδιώκουν), είναι προφανώς αδύνατον να εγκαθιδρυθεί η δημοκρατία, όπως το είχε επισημάνει ο Μακιαβέλι στη «Χειραγώγηση του Όχλου» (2001, εκδ. Ροές, σ. 41).
Με πρόσχημα την κατ’ οίκον «απελευθέρωσή» οι δυτικοποιημένοι άνθρωποι ενέδωσαν στην χειρότερη μορφή πλήρους ελέγχου, καταστολής και επιτήρησης. Με άλλα λόγια, εισήρθαν οικειοθελώς σε ένα ψηφιοποιημένο πανοπτικόν και έτσι απώλεσαν και την ελευθερία και την ιδιωτικότητα. Διότι, η ελευθερία ενσαρκώνεται σε έναν χώρο που τα όρια και τα περιθώριά του τίθενται εξ ορισμού από το άτομο και τους οικείους του. Η λαϊκή θυμοσοφία περιέγραφε την εν λόγω κοινωνική κατάσταση ως «το ιδιωτικό ξεκινάει εκεί που κλείνει η πόρτα σου». Μέσα στο ψηφιοποιημένο «πανοπτικόν» του διαδικτύου τα άτομα απεμπολούν την ιδιωτικότητά τους με πρόσχημα το σλόγκαν «γρήγορα – εύκολα – σίγουρα». Ο ιδιώτης – καταναλωτής – πολίτης του κόσμου, επιρρεπής στις διαφημιστικές καμπάνιες και μαγεμένος από τη σαγήνη των δικτύων, παρότι διαρκώς παραπονείται για τη ζωή που γίνεται όλο και πιο δύσκολη και για τα συναισθήματα ανασφάλειας που βιώνει, στο δια ταύτα, μοιάζει να αποδέχεται την οικοδόμηση του ψηφιακού «πανοπτικού» που τον περιλαμβάνει ως ένδειξη βελτίωσης, καλυτέρευσης των συνθηκών ζωής και προόδου: «Όλα γίνονται με ένα κουμπί από τον καναπέ του σπιτιού σου…».
Όπως χαρακτηριστικά είχε επισημάνει ο Φουκώ στο «Επιτήρηση και Τιμωρία», «με τον πανοπτισμό έχουμε την πειθαρχία – μηχανισμό: ένα λειτουργικό σύστημα που βελτιώνει την άσκηση της εξουσίας, καθιστώντας την ταχύτερη, ελαφρότερη, αποτελεσματικότερη – ένα σχέδιο έντεχνων και αθόρυβων καταναγκασμών που προορίζεται για μια μελλούμενη κοινωνία.» (1976, εκδ. Κέδρος, σ. 276)
Εν κατακλείδι, «το πανοπτικόν είναι τόπος προνομιούχος για την εφαρμογή πειραμάτων πάνω στους ανθρώπους». (στο ίδιο, σ. 270) Η αρχιτεκτονική του πανοπτικού μηχανισμού έχει βρει λοιπόν στην οργάνωση και λειτουργία του διαδικτύου το ιδεώδες πεδίο εφαρμογής της. «Διότι, χωρίς κανένα υλικό όργανο, παρά μόνο με την αρχιτεκτονική και τη γεωμετρία, επενεργεί άμεσα στα άτομα· δίνει στο νου εξουσία πάνω στον νου» (στο ίδιο, σ. 272).
Ο «ηγεμόνας», δηλαδή οι νέες μορφές τεχνοφεουδαρχικής εξουσίας, οι νέες μορφές καζινοκαπιταλιστικής οικονομίας και διαχείρισης ροών και δεδομένων, εξυπηρετούνται απόλυτα από ένα «πανοπτικό» σύστημα παγκοσμιοποιημένης επιτήρησης των ανθρώπινων μονάδων – νομάδων που αποτελούν το ανθρώπινο πλεόνασμα των «ούτε καν δούλων» συγχρόνως άμεσα αξιοποιήσιμων και αναλώσιμων, έτοιμων να «πεταχτούν στον κάλαθο των αχρήστων» της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Μέσα από το ψηφιοποιημένο, διαδικτυακό «πανοπτικόν», κομμάτι του οποίου αποτελεί ο προσωπικός αριθμός όπου θα βρίσκονται «όλα σε ένα ενοποιημένα» απαντάται στην πράξη το ερώτημα, όπως το έθετε ο Julius στα «Μαθήματα περί φυλακών» γύρω από το «πως να παρέχεται σ’ έναν μικρό αριθμό ανθρώπων – ή και σε έναν μόνο άνθρωπο – η στιγμιαία θέα ενός μεγάλου πλήθους». (στο ίδιο, 1976, 6. 284)
Το πλήρες άρθρο μπορείτε να το βρείτε στο https://kvathiotis.substack.com/p/42c?utm_source=substack&utm_medium=email&utm_campaign=email-restack-comment&r=4h44jn&triedRedirect=true
Παραπομπές
(1) Εδώ “ακροδεξιός”, εκεί “λαϊκιστής”, πού είναι ο φασίστας;