Με τη γέννηση του καθενός έρχεται στον κόσμο πέραν από ένα συγκεκριμένο άτομο και ένας άνθρωπος, που μεγαλώνοντας οικοδομεί ένα πρόσωπο, που συνδέεται με τη διαμόρφωση μιας προσωπικότητας, που λένε οι ψυχολόγοι. Το πρόσωπο είναι το κομμάτι του εαυτού που ανήκει στους Άλλους. Είναι το κομμάτι εκείνο που ζει «κοινωνώντας». Οι ρίζες μας είναι οι σχέσεις μας. Άγκυρες στο χώρο, στο χρόνο, στη λογική, στην ιστορία μας. Και οι σχέσεις για να δημιουργηθούν, όπως και για να χαλάσουν – διότι τίποτα δεν είναι παντοτινό στην ανθρώπινη θνητότητα – προϋποθέτουν:
Εμπιστοσύνη
Εκείνη που μας επιτρέπει να κλείνουμε ένα ραντεβού θεωρώντας αυτονόητο πως ο άλλος, αφού συμφώνησε, θα έρθει. Εκείνη που μας αφήνει να τείνουμε το χέρι έρωτα, φιλίας, συνεργασίας προς τον Άλλο προσδοκώντας τουλάχιστον μια χειραψία και προφανώς, όχι πως θα μας το δαγκώσει. Εκείνη που προσδίδει σε κάθε κουβέντα μας το βάρος του νοήματος της, επιτρέποντάς μας να επικοινωνούμε. Τι θα ήταν άραγε μια κοινωνία που ότι κι αν λέγαμε για οποιοδήποτε θέμα την κάθε στιγμή, θα αυτοακυρωνόταν την επόμενη; Και δεν αφορά βέβαια η εμπιστοσύνη απλά και μόνο τα επιφανειακά μικρά ή μεγάλα ψέμματα, που κατά συνθήκη, όλοι είπαμε ή θα πούμε στο μέλλον. Είναι εκείνη που σιωπηρά απαρτίζει το φόντο των συναναστροφών μας, βάζοντας όρια σε ότι θα ήταν αντικοινωνικό – και γι’ αυτό αδιανόητο: Μπορώ να παραιτηθώ π.χ. από την σχέση μου η από την εργασία μου, αλλά δεν μπορώ να εξαφανιστώ σαν να πέθανα, ή σαν να μην έχω υπάρξει ποτέ. Γιατί αν η καχυποψία πάρει οριστικά στην ψυχή μας τη θέση της εμπιστοσύνης, τότε ο Άλλος θα είναι πάντα και πρώτα από όλα εχθρός. Μόνο που και στο πεδίο της μάχης (έτσι όπως μας έχει διδάξει η ιστορία), υπάρχει μια στοιχειώδης εμπιστοσύνη που δίνει το χρόνο στα εχθρικά στρατεύματα να παραταχθούν πριν ξεκινήσουν.
Γιατί η ζωή που μας χαρίστηκε στα γενέθλια μας, με τις ομορφιές και τις ασχήμιες της, είναι ένα δώρο που μας δόθηκε. Ας μην το μεταχειριστούμε με αχαριστία και αγνωμοσύνη.
Ας μην αφεθούμε να βουλιάξουμε στην ηδονή της οδύνης, που μας προκαλεί ο ζόφος της σημερινής εποχής και τα ατομικά μας αδιέξοδα. Ας μην ξεχάσουμε πως παρά την ανημπόρια μας, παρά τη δυστυχία μας, παρά τις προσωπικές μας απώλειες, παρά τις ατομικές μας δυσκολίες, παρά τα καθημερινά μας αδιέξοδα, παρά την ενδεχόμενη οικονομική μας ένδεια, παρά την προσωπική μας ιστορία, τα δύσκολα ή εύκολα παιδικά μας χρόνια, τα ψυχολογικά μας προβλήματα ή τις ανασφάλειες και τα κόμπλεξ μας, αυτό που θα μείνει στο τέλος της ζωής μας, είναι αν καταφέραμε να μείνουμε άνθρωποι.
Άνθρωποι με τους ανθρώπους μας.
Άνθρωποι με τους εχθρούς μας.
Άνθρωποι με τους φίλους μας.
Γιατί είναι μέγα δυστύχημα να γεννιέσαι άνθρωπος και να ζεις σαν σκουπίδι…
Να πετάς και να πετιέσαι. Να φτύνεις και να φτύνεσαι. Να ανακυκλώνεις και να ανακυκλώνεσαι. Να θάβεις και να θάβεσαι, όπως τα ζώα τα περιττώματά τους. Να ακυρώνεις και να περιφρονείς τον Άλλο κάθε φορά που νιώθεις πως απειλεί την ατομοκεντρική εγωιστική μονάδα που ορίζεις ως εαυτό και την περιχαρακωμένη ακοινώνητη μοναχική του αυτάρκεια.
Γιατί ένας κόσμος χωρίς τον σεβασμό και την αγάπη για τον Άλλο, είναι κοινωνική χωματερή με εμάς σκουπίδια μέσα της.
Κι αν φτάνοντας στο τέλος της ανάγνωσης διαβάζεις κάτι που το βλέπεις γύρω σου, αλλά όχι μέσα σου, αναμετρήσου άλλη μια φορά με τον εαυτό σου, μιας και «Ίσον απέχει το λέγειν του πραχθήναι.»
Τελικά,
«Ο Άλλος διασφαλίζει τα περιθώρια και τις μεταβιβάσεις μέσα στον κόσμο. Είναι η γλύκα των αλληλουχιών και των ομοιοτήτων. Ρυθμίζει τους μετασχηματισμούς της μορφής και του βάθους, τις παραλλαγές του βάθους πεδίου. Εμποδίζει τις πισώπλατες επιθέσεις. Εποικίζει τον κόσμο μ’ ένα καλοσυνάτο σούσουρο. Κάνει τα πράγματα να σκύβουν το ένα προς το άλλο και να βρίσκουν το ένα στο άλλο τα φυσικά τους συμπληρώματα. Όταν κάποιος κάνει παράπονα για την κακία του άλλου, λησμονεί μια άλλη κακία ακόμα πιο φοβερή, αυτή που θα είχαν τα πράγματα αν δεν υπήρχε ο άλλος.»
Ντελέζ Ζιλ, Απόσπασμα από το βιβλίο Λογική του Νοήματος (εκδ. Minuit.1969)