Η ψυχολογική κατάσταση της γυναίκας, το συναίσθημα ικανοποίησης από τη ζωή της, οι συνθήκες καθημερινής διαβίωσης και γενικότερα, η φροντίδα του εαυτού και μια αίσθηση ψυχοσωματικής ευεξίας συμβάλλουν καθοριστικά στην πρόληψη του καρκίνου ευρύτερα και ειδικότερα, του καρκίνου του μαστού. Αντίθετα, αυξημένα επίπεδα άγχους, αρνητικά συναισθήματα σε σχέση με τον εαυτό αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση της νόσου, καθώς επίσης μια κακή ψυχολογική κατάσταση αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα επανεμφάνισής της. Ειδικότερα, η πορεία της νόσου και η εξέλιξη της θεραπείας εξαρτώνται από τη διαχείριση των αρνητικών συναισθημάτων και την εξισορρόπηση του ψυχοσωματικού αντίκτυπου στη γυναίκα. Η ψυχολογική «θεραπεία» μπορεί να την βοηθήσει σε πολλαπλά επίπεδα:
- Η ασθενής στηρίζεται ώστε να είναι συνεργάσιμη με τον σύνολο των θεραπευτικών συστάσεων.
- Προετοιμάζεται να διαχειριστεί καλύτερα τις ψυχοσωματικές παρενέργειες των διάφορων θεραπειών (χειρουργικές παρεμβάσεις, χημειοθεραπείες, ακτινοθεραπείες κλπ.)
- Στηρίζεται, ώστε να διαχειριστεί τις αλλαγές στην καθημερινότητά της, σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο.
- Συνειδητοποιεί τις δυσκολίες και τα αμφιθυμικά συναισθήματα που βιώνει το οικείο κοινωνικό της περιβάλλον στην προσπάθειά του να καταλάβει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες της.
- Δίνεται η ευκαιρία στο οικείο κοινωνικό περιβάλλον, ιδίως στον σύντροφο της γυναίκας, να ενταχθεί κι εκείνος σε μια συμβουλευτική παρέμβαση, ώστε να ενημερωθεί συγκροτημένα γύρω από τις ψυχικές συνέπειες του καρκίνου του μαστού, να μάθει να τις διαχειρίζεται στο σημείο και στο μέτρο που τον αφορούν και να συνειδητοποιήσει πόσο σημαντικό ρόλο διαδραματίζει στην ανάκαμψη της υγείας της γυναίκας η αίσθησή της ότι είναι επιθυμητή και παραμένει θελκτική. Παράλληλα, παροτρύνεται να της δώσει χρόνο να «σταθεί στα πόδια της» χωρίς να την πιέζει να «ξαναγίνει όπως ήταν πριν». Άλλωστε, δεν είναι ακριβώς αυτό το ζητούμενο, αφού ο καρκίνος του μαστού, όπως κάθε μεγάλη κατάσταση κρίσης στη ζωή ενός ατόμου είναι παράλληλα μια ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει την σχέση του με τον εαυτό του, τους άλλους και τη ζωή του.
Δύο ζητήματα που αξίζουν ειδική μνεία αναφορικά με την ψυχολογική θεραπεία γυναικών που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο του μαστού είναι:
Α) Η ψυχολογική υποστήριξη και φροντίδα μιας γυναίκας που εκδηλώνει μια ψυχολογική διαταραχή μετά την ανακοίνωση της διάγνωσης. Η έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία και αντιμετώπιση της συγκεκριμένης διαταραχής θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο, όχι μόνο στο αν και κατά πόσον θα συνεργαστεί η γυναίκα με το ιατρικό προσωπικό που θα συμμετέχει στα διάφορα στάδια της θεραπείας και της αντιμετώπισης του καρκίνου, αλλά και στο εάν και κατά πόσον η θεραπεία αυτή θα στεφθεί με επιτυχία.
Β) Η ψυχολογική υποστήριξη και φροντίδα μιας γυναίκας που είχε ήδη εκδηλώσει κάποια ψυχολογική διαταραχή πριν τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Οι δύο αυτές περιπτώσεις θέλουν εξειδικευμένη φροντίδα και στενή συνεργασία του ιατρικού προσωπικού και των ειδικών ψυχικής υγείας (ψυχολόγων και ψυχιάτρων), ώστε η γυναίκα να αισθανθεί ασφάλεια και να προσεγγιστούν ολιστικά τα προβλήματα που την ταλανίζουν.
Όπως προκύπτει από την κλινική εμπειρία μας με γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού, οι ασθενείς εκδηλώνουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, πέραν από τις ανησυχίες τους και το άγχος τους σε σχέση με την εξέλιξη της νόσου, τη διαδικασία της θεραπείας, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειές της, χαμηλή αυτοεικόνα, χαμηλή αυτοεκτίμηση και άρνηση της σεξουαλικότητάς τους.
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί έναν τύπο καρκίνου που πλήττει ένα σημείο του γυναικείου σώματος που είναι σύμβολο θηλυκότητας και είναι στενά συνδεδεμένο με τον γυναικείο ναρκισσισμό. Η διάγνωση αυτή αποτελεί για τη γυναίκα ένα τραύμα στη γυναικεία της υπόσταση που δεν επηρεάζει μόνο την ψυχική της κατάσταση, αλλά ίσως και την κοινωνική της συμπεριφορά. Για τον λόγο αυτό μπορεί να πλήξει το σύνολο των διαπροσωπικών της σχέσεων (κυρίως τον σύντροφο, τα παιδιά, το φιλικό και οικείο κοινωνικό της περιβάλλον).
Οι γυναίκες που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο του μαστού αισθάνονται συχνά ότι το περιβάλλον δεν μπορεί ούτε να τις καταλάβει, ούτε να τις βοηθήσει και πως οι ίδιες καλούνται να διαχειριστούν όχι μόνο τα ζητήματα που συνδέονται αμιγώς με την ασθένεια, αλλά και το στενό οικογενειακό τους περιβάλλον που, όπως νιώθουν και εκφράζουν, θα έχει επηρεαστεί σίγουρα από αυτήν τη διάγνωση. Δηλώνουν επίσης πως νιώθουν μοναξιά και απογοήτευση γιατί κανείς δεν μπορεί να συναισθανθεί τα αντιφατικά και αντικρουόμενα συναισθήματα (και τις αντίστοιχες σκέψεις), που βιώνουν καθημερινά. Ειδικότερα, μπορεί να νιώθουν θυμό ο οποίος συνυπάρχει με συναισθήματα ενοχών ή τύψεων απέναντι στον εαυτό, ίσως και απέναντι στους στενούς συγγενείς, με συναισθήματα απογοήτευσης που συγκρούονται με ελπιδοφόρες σκέψεις σε σχέση με την πορεία της νόσου και της ζωή τους˙ να αρνούνται να αποδεχτούν τη διάγνωση αντιδρώντας με μια στάση σιωπηλής παραίτησης˙ να βιώνουν συναισθήματα άγχους και πανικού τα οποία μπορεί να συνοδεύονται από θλίψη και καταθλιπτικές αντιδράσεις.
Τελικά, ο καρκίνος του μαστού, όπως και κάθε σοβαρό πλήγμα στην υγεία και την ακεραιότητα του ατόμου, θα έπρεπε να αποτελέσει για τη γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με αυτό μια ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της σχέσης με τον εαυτό, το σώμα και τη ζωή της ευρύτερα. Πιο συγκεκριμένα, να την ωθήσει να αλλάξει τρόπο ζωής, να ξεκινήσει να αθλείται, να προσέχει τη διατροφή της, να ανταποκρίνεται περισσότερο στα θέλω της, να πιέζει λιγότερο τον εαυτό της, να βάζει όρια στις απαιτήσεις των άλλων, να διαχειρίζεται καλύτερα το άγχος της και να μην διστάζει να εμπλακεί σε μια διαδικασία ψυχολογικής «θεραπείας» και υποστήριξης θέτοντας στόχους ευζωίας και ευεξίας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει μια γυναίκα που έχει διαγνωστεί με καρκίνο μαστού και δίνει μια γενναία και ελπιδοφόρα μάχη: «Ίσως τελικά δεν χρειαζόταν να νοσήσω από καρκίνο του μαστού για να ξεκουραστώ και να προσφέρω λίγο χρόνο και φροντίδα σε εμένα».